4η Φεβρουαρίου: Μετατρέποντας τον Καρκίνο σε χρόνια νόσο

4η Φεβρουαρίου: Μετατρέποντας τον Καρκίνο σε χρόνια νόσο

Η Παγκόσμια Ημέρα Κατά του Καρκίνου καθιερώθηκε με πρωτοβουλία της Διεθνούς Ένωσης κατά του Καρκίνου (UICC), που εκπροσωπεί 280 οργανώσεις σε 90 χώρες του κόσμου. Η εκστρατεία ενημέρωσης κάθε χρόνο στις 4 Φεβρουαρίου δίνει έμφαση στην πρόληψη και στη διαπίστωση ότι σχεδόν το ήμισυ των καρκίνων μπορούν να αποφευχθούν με απλά μέτρα που αφορούν τον τρόπο ζωής μας, όπως η διακοπή του καπνίσματος, η φυσική άσκηση, ισορροπημένη διατροφή και αποφυγή παχυσαρκίας, η αποφυγή υπερβολικής έκθεσης στον ήλιο και η πραγματοποίηση όλων των συνιστώμενων προληπτικών ιατρικών ελέγχων.
Δυστυχώς παρά τις προσπάθειες αυτές  ο καρκίνος παραμένει η δεύτερη αιτία θανάτου παγκοσμίως μετά τα καρδιαγγειακά νοσήματα και η πρώτη αιτία θανάτου στις αναπτυσσόμενες χώρες.  Με βάση τα στοιχεία της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας, κάθε χρόνο 7 εκατομμύρια άνθρωποι χάνουν τη ζωή τους και 11 εκατομμύρια νοσούν, το 70% των οποίων σε χώρες μέσου και χαμηλού εισοδήματος.

Ο καρκίνος του προστάτη είναι ο συχνότερος τύπος καρκίνου στον ανδρικό πληθυσμό παγκοσμίως, η πρώτη αιτία θανάτου από καρκίνο όμως στους άνδρες είναι ο καρκίνος του πνεύμονα, λόγω της δυσμενούς πρόγνωσής του, ειδικά όταν διαγιγνώσκεται σε προχωρημένο στάδιο.

Στις γυναίκες,  συχνότερος τύπος καρκίνου παραμένει ο καρκίνος του μαστού ο οποίος αποτελεί πραγματική “μάστιγα”, και εδώ όμως  συχνότερη αιτία θανάτου αποτελεί ο καρκίνος του πνεύμονα, εξελισσόμενος στον μεγαλύτερο “φονιά” παγκοσμίως, λόγω και της ολοένα αυξανόμενης διάδοσης της βλαβερής συνήθειας του καπνίσματος στις γυναίκες.

Πώς μπορεί να αντισταθεί η ανθρωπότητα και να πολεμήσει ενάντια σε αυτή την παγκόσμια λαίλαπα;

Πέρα από  την πρόληψη και  την αλλαγή στον τρόπο ζωής, ευτυχώς, τα τελευταία χρόνια η επιστημονική πρόοδος έχει αλλάξει δραματικά την πρόγνωση και την έκβαση αυτών των νοσημάτων, ακόμη και σε προχωρημένο στάδιο.  Οι νεότερες εξελίξεις και πρόσφατες ανακαλύψεις στο χώρο της μοριακής βιολογίας επέτρεψαν τη δημιουργία “‘έξυπνων” φαρμάκων τα οποία βασίζονται στις βιολογικές ιδιότητες του όγκου και απέχουν πολύ από τα κλασσικά χημειοθεραπευτικά σκευάσματα.

Αυτό σημαίνει αντίστοιχα ότι τα μοριακά αυτά φάρμακα δρουν με εκλεκτικό τρόπο στοχεύοντας μόνο τα καρκινικά κύτταρα, ενώ αντίθετα δεν επηρεάζουν σε σημαντικό βαθμό την λειτουργία των φυσιολογικών κυττάρων, με αποτέλεσμα να έχουν αντίστοιχα και πολύ λιγότερη τοξικότητα και παρενέργειες σε σχέση με τις “κλασσικές” χημειοθεραπείες.

Όλα αυτά βέβαια συνεπάγονται σημαντικό όφελος για τους ασθενείς οι οποίοι μπορούν να επιτύχουν σημαντική παράταση της επιβίωσης, ακόμη και σε μεταστατικό στάδιο, χωρίς σημαντικές παρενέργειες από τη θεραπεία.

Σήμερα τα φάρμακα αυτά, που ονομάζονται και “στοχεύουσες θεραπείες” (Targeted Treatments) χωρίζονται σε δυο  μεγάλες ομάδες: Τα μονοκλωνικά αντισώματα, που είναι από την φύση τους μεγαλύτερα μόρια και για αυτό  συνήθως χορηγούνται  ενδοφλέβια, και  τους αναστολείς τυροσινικών κινασών (Tyrosine Kinase Inhibitors) , που, λόγω του μικρότερου μοριακού τους βάρους, συνήθως χορηγούνται από το στόμα με την μορφή μοριακών χαπιών.

Μια σειρά από κακοήθειες, όπως ο καρκίνος του νεφρού, του προστάτη, του μαστού, του πνεύμονα, το μελάνωμα, ο καρκίνος του παχέος  εντέρου και των ωοθηκών μεταξύ άλλων αντιμετωπίζονται σήμερα αποτελεσματικά με χορήγηση αυτών των μοριακών χαπιών και παρακολούθηση των ασθενών σε εξωτερική βάση στο Ιατρείο, με αποτέλεσμα πολύ καλή ποιότητα ζωής και σημαντική παράταση τς επιβίωσης.

Η ανοσοθεραπεία είναι ακόμα μια μορφή ενδοφλέβιας αντικαρκινικής θεραπείας που έχει πραγματικά φέρει επανάσταση στην  θεραπεία του καρκίνου τα τελευταία 10-15  χρόνια και εμφανίζει ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό που αξίζει να μνημονεύσουμε: Συνήθως οι ανταποκρίσεις έχουν διάρκεια. Αυτό σημαίνει ότι σε αντίθεση με τη χημειοθεραπεία, που συνήθως επιτυγχάνει βραχυπρόθεσμες υφέσεις,  η ανοσοθεραπεία προκαλεί παρατεταμένες ανταποκρίσεις παρέχοντας πολύ σημαντικό κλινικό όφελος, το οποίο συχνά συνεχίζεται για μήνες ή και χρόνια, ακόμη και αν η ανοσοθεραπεία διακοπεί για κάποιο λόγο, όπως για παράδειγμα λόγω κάποιας τοξικότητας. Το φαινόμενο αυτό , που προφανώς συνδέεται με την ανοσολογική μνήμη έχει ως αποτέλεσμα σημαντικό ποσοστό ασθενών να επιτυγχάνει παρατεταμένες ανταποκρίσεις και σε ένα μικρό ποσοστό μακρά επιβίωση, ακόμη και σε μεταστατική νόσο, κάτι που δυστυχώς δεν ήταν συχνό με τη χημειοθεραπεία.
Οι ταχύτατες εξελίξεις στον χώρο της βιοτεχνολογίας και της ψηφιακής βιολογίας (computational biology), έχουν επίσης οδηγήσει στην δημιουργία νέων μορφών αντικαρκινικών φαρμάκων που πριν από λίγα χρόνια δεν υπήρχαν καν στην θεραπευτική φαρέτρα: Ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα των τελευταίων χρόνων είναι τα συζευγμένα φάρμακα  (conjugated drugs), που πολύ απλά αποτελούν σύμπλοκα φαρμάκου και αντισώματος (antιbody-drug conjugates ή ADCs) ή δυο αντισωμάτων μαζί (bi-specific antibodies ή BiTes) και τα οποία σχεδιάζονται αρχικά στον υπολογιστή και στην συνέχεια κατασκευάζονται βιοχημικά στο εργαστήριο.

Το μεγάλο πλεονέκτημα αυτών των φαρμάκων, και ειδικά των ADCs, είναι ότι σχεδιάζουν το πλεονέκτημα της εκλεκτικότητας και της στοχευτικότητας ενός μονοκλωνικού αντισώματος – με αποτέλεσμα να κατευθύνεται επιλεκτικά στα καρκινικά κύτταρα– και της δύναμης ενός χημειοθεραπευτικού φαρμάκου με το οποίο είναι συνδεδεμένο. Φανταστείτε λοιπόν μια έξυπνη “βομβίτσα” χημειοθεραπείας, η οποία, ιδανικά, κατευθύνεται εναντίον των καρκινικών κυττάρων που φέρουν στην επιφάνεια τους μια χαρακτηριστική πρωτεΐνη, αναγνωρίσιμη από το μονοκλωνικό αντίσωμα του συζεύγματος.

Οι πρώτες εγκρίσεις τέτοιων φαρμάκων σε μια πλειάδα όγκων είναι πλέον γεγονός, ενώ πολλά άλλα είναι ήδη σε προχωρημένα στάδια κλινικής ανάπτυξης.

Από όλα τα παραπάνω γίνεται πλέον φανερό ότι οι καινούργιες θεραπευτικές μέθοδοι , με τα ιδιαίτερά τους χαρακτηριστικά, έχουν πλέον την δυναμική να επιφέρουν μακρά ύφεση ή ακόμη και την ίαση σε ένα σημαντικό αριθμό ασθενών, και σε κάποιες περιπτώσεις  ακόμη και σε μεταστατική νόσο.

Αυτό που βλέπουμε ολοένα και συχνότερα στην κλινική πράξη εμείς οι Ογκολόγοι, είναι ένα σημαντικό ποσοστό ασθενών με προχωρημένη νόσο να επιτυγχάνουν μακρά ύφεση της νόσου τους, η οποία να μετατρέπεται πλέον σε αυτό που ονομάζουμε “χρόνιο νόσημα”.

Αισιοδοξούμε λοιπόν να δικαιώσουμε και τον τίτλο αυτού του άρθρου και σε λίγα χρόνια να μπορούμε να πούμε ότι και ο μεταστατικός καρκίνος, όπως και τόσες άλλες ασθένειες της Ιατρικής, να μπορεί να θεωρηθεί μια χρόνια νόσος, με σταθερή χρόνια χορήγηση θεραπειών που θα τον κρατούν σε ύφεση, και, το σημαντικότερο, με καλή ποιότητα ζωής.

Γιάννης Μούντζιος
Παθολόγος Ογκολόγος
Διευθυντής Δ’ Ογκολογικής Κλινικής και Μονάδας Κλινικών Μελετών
Νοσοκομείο Ερρίκος Ντυνάν
ONCOLIFE Institute founder
Mesogeion 2-4 Avenue, 11526
Athens, Greece
M: +30 69 83 51 99 89
T: +30 210 74 70 960
E: gmountzios@gmail.com