Καρκίνος Νεφρού
ONCOLIFE
Καρκίνος Νεφρού
Ιατρικές Πληροφορίες
Θεραπευτικές Επιλογές
Η χειρουργική αντιμετώπιση με αφαίρεση του όγκου αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της θεραπευτικής αντιμετώπισης. Στο χειρουργείο ο ουρολόγος θα κάνει είτε μερική νεφρεκτομή (αφαίρεση του όγκου), εφόσον το επιτρέπει το μέγεθος του όγκου ή ολική νεφρεκτομή (αφαίρεση όλου του νεφρού). Σε ορισμένες περιπτώσεις η νεφρεκτομή ενδείκνυται ακόμη και όταν υπάρχει μεταστατική νόσος
Στο προχωρημένο και μεταστατικό νεφροκυτταρικό καρκίνωμα, χρησιμοποιούμε μοριακές (στοχευμένες) θεραπείες: αυτές γίνονται με φάρμακα που στοχεύουν τα καρκινικά κύτταρα σε μοριακό επίπεδο και εμποδίζουν την ανάπτυξή τους και την κυτταρική τους διαίρεση. Η μεγάλη πλειοψηφία των φαρμάκων αυτών σήμερα στοχεύουν στην αγγειογένεση του όγκου, δηλαδή παρεμποδίζουν τη δημιουργία νέων αγγείων από τον όγκο ώστε να διακόψουν την τροφοδοσία του και έχουν το πλεονέκτημα ότι σχεδόν πάντα είναι με τη μορφή χαπιών κι επομένως δεν απαιτούν νοσηλεία για ενδοφλέβια θεραπεία. Αξίζει να σημειωθεί ότι η χημειοθεραπεία δεν είναι καθόλου δραστική στον νεφροκυτταρικό καρκίνο του νεφρού, για αυτό και δεν χρησιμοποιείται σχεδόν ποτέ.
Πρόσφατα, η ανοσοθεραπεία εγκρίθηκε ως ενδεδειγμένη επιλογή για τη μεταστατική νόσο, είτε ως θεραπεία “δεύτερης” γραμμής (δηλαδή μετά από τις μοριακές θεραπείες), είτε ως θεραπεία “πρώτης” γραμμής σε ασθενείς ενδιαμέσου και υψηλού κινδύνου για υποτροπή.
Η ανοσοθεραπεία είναι μια πολύ μοντέρνα θεραπεία που χρησιμοποιεί το ίδιο το ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού, και μάλιστα τα λευκά μας αιμοσφαίρια, που είναι οι “στρατιώτες” του οργανισμού μας, για να καταπολεμήσουν τον καρκίνο.
Η διαφορά τους με άλλες αντικαρκινικές θεραπείες είναι ότι στοχεύουν τα ανοσοποιητικό σύστημα του σώματος και όχι τα καρκινικά κύτταρα, επιτρέποντάς του να αναγνωρίζει και να επιτίθεται επιλεκτικά στα κύτταρα του όγκου. Υπό αυτή την έννοια, αποτελεί μια πολύ πιο “φυσική” μέθοδο αντιμετώπισης του καρκίνου σε σχέση με τη χημειοθεραπεία.
Άλλα σημαντικά πλεονεκτήματα της ανοσοθεραπείας είναι η χαμηλή συχνότητα παρενεργειών σε σχέση με τη χημειοθεραπεία καθώς και το γεγονός ότι τα κύτταρα του ανοσοποιητικού μας διαθέτουν “μνήμη”, που σημαίνει ότι η δράση της ανοσοθεραπείας μπορεί να συνεχιστεί ακόμη και μετά τη διακοπή της.